-
1 συστάτης
II delegate of appointments,σ. τῆς μελλούσης λειτουργεῖν φυλῆς PFlor.39.4
(iv A.D.), cf. POxy. 1116 (iv A.D.), PSI10.1108 (iv A.D.).III pl., pairs of young men matched for wrestling and other games, φίλοι καὶ ς. IG22.2023, cf. 2024.IV pl., rafters of the roof which meet at the top, Ath.Mech. 17.10, al., Sch.Il.23.711: sg., Gloss.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συστάτης
См. также в других словарях:
συστάτης — ο, ΝΑ καθεμιά από τις δοκούς τής στέγης οι οποίες αρχίζουν από τους παράλληλους τοίχους και συναντώνται στην κορυφή, αλλ. αμείβων νεοελλ. ναυτ. καθεμιά από τις κατακόρυφες δοκούς πάνω στις οποίες στηρίζεται ο πρόβολος ιστός αρχ. 1. διοργανωτής,… … Dictionary of Greek